Ναι στη Βόρειο Ήπειρο
Όχι Νότια Αλβανία
Του Γιώργου Κυρμελή
Ποιός ἄλλος ἐκτός ἀπό τόν πρώην ὑπουργό (τρομάρα του μας) Νίκο Φίλη – Υπάρχουν ἄνθρωποι πού ἔχουν πρό πολλοῦ πετάξει την ντροπή στα τάρταρα.
Και, ναί, ἐμφανίζονται.
Το ξέρω, γιατί δεν χρειάζεται Ψυχιατρική ἤ Ψυχολογία για να καταλάβω.
Χρειάζεται ὅμως να βουτάει κανείς, πρίν μιλήσει, τη γλώσσα του στο μυαλό, στις τυχόν-ἄν ὑπάρχουν- σοβαρές γνώσεις.
Σε ἱστορικά δε θέματα σε γνώση τῆς Ιστορίας ἀπό ἀσφαλεῖς πηγές, ἔστω βιβλιογραφικές.
Λοιπόν , βεβαίως ὑπάρχει και Νότια Ἀλβανία, με βάση το μέχρι τώρα Διεθνές Δίκαιο,
Μά ἡ περιοχή, για την ὁποία μιλάει ὁ τ. ὑπουργός εἶναι μέν ἀλβανικό ἔδαφος, εἶναι ὅμως κυριώτατα μέρος τῆς ΑΠΕΙΡΗΣ ΧΩΡΑΣ, δηλ. τῆς Ἑλληνικῆς Ήπείρου και το βόρειο μέρος της διαχρονικά ἦταν γνωστή, και ὄχι μόνο στους Ἕλληνες ὡς Βόρειος Ἤπειρος.
Και, να πεῖτε ὅλοι στον ὡς ἄνω, πώς εἶναι προδοτικό να ἀρνεῖται την διϊστορική ἑλληνικότητα τοῦ ἐδάφος αὐτοῦ πού εἶναι ὄντως ἑλληνική γῆ.
Ὄχι, δεν θα ἀναφέρω τά ἀναρίθμητα ἀρχαιολογικά εὑρήματα πού εἶναι μόνο ἑλληνικά (καταλάβατε κ. Φίλη;)
Θα ἀναφέρω ὅμως πώς τη Β. Ἤπειρο την ἀπελευθέρωσε ὁ ἑλληνικός στρατός ΤΡΕΙΣ ΦΟΡΕΣ:
α) το 1912 από τους Τούρκους
β) το 1914 ἀπό τους Ἀλβανούς και
γ) το 1940 ἀπό τους Ἰταλοαλβανούς.
Με το Πρωτόκολλο τῆς Κέρκυρας(1914) ἡ Β.Η. ἀπέκτησε εὐρεία αὐτονομία
Το 1916 οἱ βουλευτές Βορειοηπειρῶτες ἐνσωματώθηκαν στήν ἑλληνική Βουλή.
Πῶς, ἄν ἦταν Νότια Ἀλβανία;
Μετά την τελευταία ἀπελευθέρωση(1940) και τη λήξη τοῦ πολέμου το θέμα παραπέμφθηκε στις διεθνεῖς συνθῆκες εἰρήνης,
Ἐμεῖς χάσαμε την πρώτη, διότι οἱ παπποῦδες τοῦ κ. Φίλη μᾶς ὁδήγησαν στό κρεματόριο τοῦ ἐμφυλίου(;) πολέμου.
Μετά, ἡ ἐπίλυσή του παραπέμφθηκε στην τελική λύση τῶν μεγάλων Εὐρωπαϊκῶν προβλημάτων πού ἐκρεμοῦσαν (Αὐστρία-Γερμανία).
Ἡ τελευταία εὐκαιρία χάθηκε πανηγυρικά κατά την ἕνωση τῶν δύο Γερμανιῶν το 1990 με την ἀδιαφορία καί ΑΚΗΔΙΑ τῆς τότε ἑλληνικῆς κυβερνήσεως.
Διερωτῶμαι:αὐτά δεν τά γνωρίζει ὁ παντογνώστης ἀρχισυντἀκτης τῆς Αὐγῆς;
Ναι, τά γνωρίζει μά ἔπαυσε πρό πολλοῦ να τά αἰσθάνεται.
Γι αὐτό και το περισσό θράσος μετά το ἀνάλογο τοῦ Θεοδώρου Παγκαλου.