Στην τηλεοπτική του συνέντευξη ο πρωθυπουργός, ισχυρίστηκε ότι ενεργούν στη χώρα εξωθεσμικά κέντρα παράνομων παρακολουθήσεων και ότι ο ίδιος δεν έχει καμία σχέση με το σκάνδαλο των υποκλοπών ούτε όμως γνωρίζει ποιοι κρύβονται πίσω από τις παρακολουθήσεις πολιτικών αρχηγών, υπουργών και βουλευτών.
Μεταξύ των Υπουργών μάλιστα που φέρονται να έχουν πέσει θύματα υποκλοπών είναι και ο Υπουργός Εξωτερικών, σε μια περίοδο έντονων διεθνών αναταράξεων και πρωτοφανούς έντασης με την αναθεωρητική Τουρκία.
Πρακτικά, προκειμένου να «καταρρίψει» την κατηγορία αντιδημοκρατικής, αντιθεσμικής και παρακρατικής λειτουργίας σε βάρος του, ισχυρίζεται ότι είναι διάτρητη η εθνική μας ασφάλεια και ταυτόχρονα ότι από τον περασμένο Μάρτιο όταν και υπήρξαν οι πρώτες αποκαλύψεις έως σήμερα, η ΕΥΠ της οποίας ο ίδιος προΐσταται, δεν έχει καταφέρει να ανακαλύψει ποιος κρύβεται πίσω από μια καταφανή παραβίαση κάθε έννοιας εθνικής ασφάλειας.
Δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί, ότι αυτοί του οι ισχυρισμοί όχι απλώς δεν τον αθωώνουν αλλά τον εκθέτουν πολλαπλά. Η ομολογία «διάλυσης» της ΕΥΠ επί των ημερών του και υπό την δική του εποπτεία, ο ισχυρισμός ότι η εθνική ασφάλεια είναι διάτρητη και δεν είναι σε θέση να εντοπίσει όσους πιθανόν λαμβάνουν παράνομα ακόμα και εθνικά ευαίσθητες πληροφορίες, εάν ευσταθεί θα έπρεπε να οδηγήσει στην παραίτηση του φέροντος την ευθύνη, δηλαδή του ίδιου του πρωθυπουργού.
Ο κ. Μητσοτάκης, έχει μπροστά του δύο επιλογές. Να επιμείνει ότι η εθνική ασφάλεια διακυβεύεται με δική του ευθύνη και να παραιτηθεί ή να άρει κάθε αμφιβολία για τη λειτουργία της ΕΥΠ ομολογώντας ότι ο ίδιος σε συνεργασία και με ιδιώτες ευθύνεται για το σκάνδαλο των υποκλοπών, την πρωτοφανή αντιδημοκρατική λειτουργία, την καθεστωτική νοοτροπία, την ευρεία χρήση παρακρατικών μεθόδων και να παραιτηθεί.
Όσο επιμένει να επιρρίπτει σε άλλους τις ευθύνες που τον βαραίνουν τόσο μεγαλύτερη ζημιά προκαλεί στη χώρα και στους θεσμούς της.