Την δική του ιστορία είπε ο δεύτερος κατηγορούμενος για το βράδυ της δολοφονίας της Ελένης Τοπαλούδη, μεταξύ λυγμών και αποποίησης των ευθυνών του.
Με αντεστραμμένους τους ρόλους που περιέγραψε χθες ο έτερος εκ των κατηγορουμένων, παρουσίασε το βράδυ της δολοφονίας, ο 22χρονος κατηγορούμενος στη δίκη για τη δολοφονίας της Ελένης Τοπαλούδη.
Ο 22χρονος κατηγορούμενος αναφέρθηκε απολογούμενος σε όσα έγιναν στο εξοχικό του φίλου του το βράδυ της 27ης Νοεμβρίου 2018, τοποθετώντας τον εαυτό του στην θέση του αποσβολωμένου από το μένος του συγκατηγορούμενου, τον οποίο έδειξε ως το μοναδικό υπεύθυνο για τον μαρτυρικό θάνατο της Ελένης Τοπαλούδη.
Το ίδιο ακριβώς είχε κάνει χθες ο πρώτος κατηγορούμενος αποδίδοντας κάθε ευθύνη στον συγκατηγορούμενο του.
Ο κατηγορούμενος κλαίγοντας είπε απευθυνόμενος στον πατέρα της 19χρονης: «Θέλω να ζητήσω μια μεγάλη συγγνώμη.
Δεν έχω τη δύναμη να κοιτάξω αυτόν τον άνθρωπο. Μια μεγάλη συγγνώμη», ενώ τόνισε από την αρχή πως «δεν σκότωσα εγώ την Ελένη κ. Πρόεδρε».
Κλαίγοντας με λυγμούς ο 22χρονος είπε στο δικαστήριο πως ήταν ο 23χρονος συγκατηγορούμενος του, που θίχτηκε από μια φράση της φοιτήτριας που του είπε «άντε τελείωνε» και έτσι άρχισε να την χτυπά με βιαιότητα.
Κατά τον νεαρότερο κατηγορούμενο το ξέσπασμα του έτερου τον ακινητοποίησε τόσο, που απλώς τον κοιτούσε να χτυπά βάναυσα την φοιτήτρια.
«Εγώ καθόμουν σαν μαλ…ας.
Δεν ήξερα ποιον να υποστηρίξω, την κοπέλα ή το φίλο μου.
Μετά έφυγε και γύρισε με ένα μαχαίρι, άρχισε να την μαχαιρώνει και μετά το πέταξε κάτω με δύναμη.
Μετά έπιασε το σίδερο από δίπλα και άρχισε να την χτυπάει.
Τον έσπρωξα και μου είπε “εσύ να κάτσεις στη γωνία”. Φοβήθηκα για τη ζωή μου».
Ο νεαρότερος κατηγορούμενος είπε πως πήγε την λιπόθυμη φοιτήτρια να την κάνει μπάνιο, σκηνή που ανέφερε και ο συγκατηγορούμενος του χθες εντάσσοντας την όμως στην βαναυσότητα του 22χρονου κατά του θύματος που ο ίδιος παρακολουθούσε παγωμένος.
Κατά τον 22χρονο κατηγορούμενο, ενόσω έκανε μπάνιο την 19χρονη, εκείνη του ζήτησε να την πάει στο νοσοκομείο. Ωστόσο, κατά τον ίδιο:
«Κατευθυνόμασταν στο νοσοκομείο -είπε ο κατηγορούμενος- αλλά είδα ότι μπήκε (ο δεύτερος κατηγορούμενος) σε έναν χωματόδρομο και κατάλαβα ότι δεν πάει στο νοσοκομείο.
Βγήκε έξω.
μου είπε «Εγώ θα την τελειώσω αυτή. Θα με κλείσει φυλακή». Την πήρε στον ώμο του και γύρισε μετά από δέκα λεπτά και μου είπε «εντάξει τελείωσε.. μπες μέσα..
Γυρίσαμε στο σπίτι και μου είπε «Μάζεψε ό,τι έχει αίματα και στοιχεία».
Έτσι και έκανα εγώ. Ότι είχε τα μάζεψα.
Το μαχαίρι, τα προφυλακτικά, το σίδερο.
Γέμισε έναν κουβά με νερό και χλωρίνη. Εγώ τον παρακολουθούσα σα χαμένος. Μου είπε ξεκινά να καθαρίζεις. Όταν είδε ότι αργούσα επειδή είχε πολύ αίμα, ήρθε κι αυτός με ένα σφουγγάρι…».
Ο κατηγορούμενος ανέφερε πως ο συγκατηγορούμενός του τον απείλησε λέγοντας του πως «αν αυτό το πεις πουθενά θα σου κάνω τα ίδια και χειρότερα.
Και στην οικογένεια σου».
«Το ξέρω είναι λάθος μου όλο αυτό που το άφησα να γίνει αλλά πραγματικά εγώ είμαι αυτός που δεν προστάτεψα την Ελένη.
Τις επόμενες μέρες συναντηθήκαμε (με τον συγκατηγορούμενό του) και μου είπε να πούμε ότι την αφήσαμε Αφάντου.
Διαβάστε επίσης εδώ: