Ελεύθεροι, αλλά υπό περιοριστικούς όρους στη πλειονότητά τους, αφέθηκαν οι συλληφθέντες που απολογήθηκαν στην ανακρίτρια Σερρών για την υπόθεση αρχαιοκαπηλίας που εξιχνίασε η Δίωξη Οργανωμένου Εγκλήματος Βορείου Ελλάδος της ΕΛ.ΑΣ.

Οι 23 συνολικά κατηγορούμενοι, που διώκονται για βαριά αδικήματα και μεταξύ αυτών για εγκληματική οργάνωση, υπεξαίρεση μνημείων, παράνομη εξαγωγή πολιτιστικών αγαθών, παράνομη ανασκαφή και αρχαιολογική έρευνα, αποδοχή και διάθεση μνημείων, φαίνεται να συμμετείχαν σε τρία κυκλώματα, δύο με έδρα τις Σέρρες κι ένα με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα με τη δικογραφία, προέβαιναν σε παράνομες ανασκαφές σε διάφορους αρχαιολογικούς χώρους, ανάμεσα στους οποίους στον Τύμβο Καστά και στην ευρύτερη περιοχή της Αμφίπολης.
Μεταξύ των 8 κατηγορούμενων που κλήθηκαν να δώσουν εξηγήσεις στην ανακρίτρια Σερρών είναι υπάλληλος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Σερρών, που φέρεται να καθοδηγούσε την εγκληματική ομάδα της οποίας κατηγορείται ότι υπήρξε “πρωταγωνιστικό” μέλος, σε στοχευμένες έρευνες και ανασκαφές.
Ο κατηγορούμενος που αφέθηκε ελεύθερος με απαγόρευση εξόδου και εμφάνιση σε αστυνομικό τμήμα, στην απολογία του υποστήριξε ότι συμμετείχε (ιδιωτικά) σε έρευνες για να εντοπίσουν λίρες και χαμένους θησαυρούς (“χρυσοθήρες”), θέση που φαίνεται να διατύπωσαν οι περισσότεροι συγκατηγορούμενοί του, αρνούμενοι τις βαρύτατες κατηγορίες που συνδέονται με την αρχαιοκαπηλία.

Επικεφαλής της ομάδας φαίνεται να ήταν ο 63χρονος που, κατά το κατηγορητήριο, εκμεταλλευόταν τις διασυνδέσεις του με αρχαιοκάπηλους από διάφορες περιοχές της ελληνικής επικράτειας, με σκοπό την περαιτέρω προώθηση των αρχαίων αντικειμένων, τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό.
Τα μέλη της ομάδας για να αποφύγουν τυχόν εντοπισμό τους εφήρμοζαν τεχνικές αντιπαρακολούθησης, ενώ για τις μεταξύ τους επικοινωνίες χρησιμοποιούσαν συνθηματική και κωδικοποιημένη ορολογία, όπως ενδεικτικά «μπιχλιμπίδια» για τα αρχαία νομίσματα, «μπερεκέτια» για τα ευρήματα από ανασκαφές, «μαύρα» για χάλκινα αρχαία νομίσματα τα οποία παρουσίαζαν σημάδια διάβρωσης ή «κάτι ψιλά» αν τα αρχαία είχαν μικρή εμπορική αξία.
Πάντως κατασχέθηκαν – μεταξύ άλλων – μία πήλινη κεφαλή, μικρό ασημένιο άγαλμα, ένας σταυρός, 18 δαχτυλίδια, τρία βραχιόλια, 17 κοσμήματα, τρία αγαλματίδια, επιτύμβια στήλη οθωμανικής περιόδου και 27 αγγεία, χιλιάδες νομίσματα, θρησκευτικές εικόνες, δύο μονόλιμπρα εκρηκτικής ύλης ΤΝΤ (μικτού συνολικού βάρους 879 γραμμαρίων- για πρόκληση εκρήξεων ενόψει ανασκαφών), δεκάδες συσκευές εντοπισμού και ανίχνευσης μετάλλων, ένα περίστροφο κι ένα πιστόλι κρότου. Όλα τα κατασχεθέντα αρχαία μνημεία και οι εικόνες απεστάλησαν στην αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων για φύλαξη και τελική εκτίμηση και αξιολόγηση.
