Του Μάρκου Μπόλαρη*
Κι είναι πρόσωπα
Κι είναι μορφές
Κι είναι ψυχές,
που δεν μπορείς να αποχαιρετήσεις !
Μορφές που, φεύγοντας, παραμένουν !
Πρόσωπα, που, ενώ λείπουν, είναι παρόντα , αποτυπωμένα με βαθιές χαραγματιές πάνω στα δομικά υλικά της ψυχής μας.
Αποχαιρετάς την αναχωρούσα, που στέκει ως αιώνια ενθύμηση, ως γλυκεία εικόνα, ως εύοσμη ανάμνηση, ως εν εσόπτρω συνεχής παρουσία στην ψυχή σου ;
Την αποχαιρετάς ;
Είναι δυό τρείς μέρες που με βασανίζει το ερώτημα !
Και πώς να την αποχαιρετήσω , αλλά και πώς να μην την κατευοδώσω ;
Σμίλευε την μορφή “των παιδιών της”, έτσι μας αποκαλούσε κι έτσι μας συμπεριφερόταν,
Σμίλευε τις προσωπικότητές μας στην αίθουσα του σχολειού μας με τόση αφοσίωση στο καθήκον, με τόση ευαισθησία γιά το παιδί , με τέτοιο δόσιμο διακριτικής αγάπης, με τέτοια ποιοτική παρουσία , τόση μεταδοτικότητα, τέτοια άνεση ελευθερίας κι εμμονή στην εργατικότητα,
Ώστε, εν τέλει, στις παιδικές μας ψυχές σμιλεύτηκε απαράγραφτα, σαν σε γρανιτόβραχο,
η δική της Όμορφη Παρουσία !
Γιαυτό κι είναι ο χωρισμός, τρέπεται σε παρουσία διηνεκή !
Χαρμολύπη !
Η δική της Παρουσία ως αγαπητική συνεχής προσφορά μιάς άξιας δασκάλας, μιάς αξιαγάπητης παιδαγωγού, που συναντούσε, τότε και τώρα, τον δικό μας
Έρωτα , την λατρεία των μαθητών που ανταποκρινόταν , που ανταπέδιδαν !
Σαν τον πρωινό ήλιο και τους ηλίανθους είμασταν ! Στραμμένα τα παιδικά κεφάλια μας στο πρωινό φώς, στο φώς που εξέπεμπε η δασκάλα μας , η Αλίκη !
Είχε έρθει από το Σουφλί, νεοδιόριστη πανέμορφη θρακιωτοπούλα, ρίζωσε στα Σέρρας, θεμελίωσε στέρεη οικογένεια με τον αγαπημένο της , τον όμορφο κι άξιο Γιώργο, τον Βαγουρδή, σημάδεψε με την ποιοτική παρουσία της τα πράγματα στον εκπαιδευτικό χώρο της πόλης !
Κατευοδώνοντας την αναχώρησή της Δασκάλας των μαθητικών μας χρόνων,
καθώς οδεύει γιά την Χώρα των Ζώντων, τούτες τις Αναστάσιμες ημέρες , που τοις εν τοις μνήμασι εχαρίσθη η Ζωή, εν ταυτώ, συναντώ στα κατάβαθα της ταπεινής μου ύπαρξης την ωραιότητα της εγχαραγχθείσης εικόνας της, την ψαύω νοητώς, τη αληθεία όμως, ψαύω το αποτύπωμα της δικής της κίνησης, την ακούω από καθέδρας να αηδονολαλεί την άνοιξη του χίλια εννιακόσια εβδομήντα, να ανοίγει την ψυχή της σε αέναο εύοσμο δόσιμο που διαρκεί έκτοτε !
Αποχαιρετώ τάχα ή ξανασυναντώ άραγε ;
Θαρρώ πώς περί συνοδοιπορίας μιάς ζωής πρόκειται !
Συνοδοιπορίας, μυστικής, συνεχιζομένης !
Νύν και αεί !
*Ο Μάρκος Μπόλαρης είναι Σερραίος πολιτικός. Διετέλεσε υφυπουργός εξωτερικών