Η 8η Μαρτίου έχει καθιερωθεί ως η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, μια ημέρα για τον εορτασμό των κοινωνικών, οικονομικών, πολιτιστικών και πολιτικών επιτευγμάτων των γυναικών παγκοσμίως., ενώ παράλληλα τονίζει την ανάγκη δράσης και επιτάχυνσης της ισότητας των φύλων.

Ιστορική αναδρομή
Η Παγκόσμια ημέρα της γυναίκας εορτάζεται στις 8 Μαρτίου κάθε χρόνο ως ημέρα μνήμης των αγώνων του κινήματος για τα δικαιώματα των γυναικών. Η πρώτη Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας γιορτάστηκε το 1909 με πρωτοβουλία του Σοσιαλιστικού Κόμματος των ΗΠΑ και υιοθετήθηκε δύο χρόνια αργότερα από τη Σοσιαλιστική Διεθνή.
Το 1911, η Ημέρα της Γυναίκας διοργανώθηκε στη Γερμανία με πρωτοπόρο τη θεωρητικό Κλάρα Τσέτκιν, μαζί με 100 εκπροσώπους από 17 χώρες. Στη συνέχεια, στη Ρωσία, μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση ο Λένιν πείστηκε από τη φεμινίστρια Αλεξάνδρα Κολοντάι και καθιέρωσε την 8η Μαρτίου ως επίσημη αργία στη χώρα, ωστόσο σύντομα το πολιτικό υπόβαθρο της γιορτής ξεθώριασε και πλέον η Ημέρα της Γυναίκας γιορτάζεται σε όλο τον κόσμο ως έκφραση αγάπης και εκτίμησης. Από το 1975 η Ημέρα της Γυναίκας τελεί υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, για την ανάδειξη των γυναικείων δικαιωμάτων σε όλο τον κόσμο και να προωθήσει τα προβλήματα που ζει το γυναικείο φύλο.
Συγκεκριμένα, καθιερώθηκε ως Παγκόσμια μέρα της γυναίκας σε ανάμνηση μεγάλης εκδήλωσης διαμαρτυρίας που διεξήχθη στις 8 Μαρτίου του 1857 από τις εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη που διαδήλωναν διεκδικώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας. Το περιστατικό αυτό αμφισβητείται σήμερα από μερίδα αμερικανών ιστορικών και χαρακτηρίζεται μύθος.
Έμεινε όμως, στην ιστορία ως μια από τις πρώτες κινήσεις διεκδίκησης δικαιωμάτων από γυναίκες ενώ όταν πρωτοθεσμήθηκε η ημέρα αυτή, γυναίκες από διάφορα κράτη απαίτησαν να έχουν δικαίωμα ψήφου, το οποίο πρώτες οι γυναίκες της βρετανικής αποικίας της Νέας Ζηλανδίας απέκτησαν επίσημα το 1893. Εντούτοις, χρειάστηκε περίπου ένας αιώνας για να αποκτήσουν το δικαίωμα αυτό οι γυναίκες στη Σαουδική Αραβία που πρόσφατα τους δόθηκαν δημόσια αξιώματα και ίσα εργασιακά δικαιώματα με τους άντρες.
Με αφετηρία τις ΗΠΑ, ο εορτασμός διεθνοποιήθηκε κατά την διάρκεια δευτέρου συνεδρίου του γυναικείου τμήματος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς (2η Διεθνής), που έγινε στην Κοπεγχάγη (26-27 Αυγούστου 1910). Οι 100 σύνεδροι από 17 χώρες υιοθέτησαν την πρόταση τριών γερμανίδων (Λουίζ Τσιτς, Κλάρα Τσέτκιν και Κέτε Ντούνκερ) να γιορτάζεται κάθε χρόνο η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, ως ένα βήμα για την προώθηση της ισότητας των δύο φύλων συμπεριλαμβανομένου και του εκλογικού δικαιώματος, που ήταν τότε το καθολικό ζητούμενο των γυναικών.
Στις 19 Μαρτίου 1911 γιορτάστηκε για πρώτη φορά η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας στην Αυστρία, την Γερμανία, την Ελβετία και την Δανία. Κοινός τόπος και στις τέσσερις χώρες ήταν η ψήφος στις γυναίκες και η ανάδειξη των γυναικών σε δημόσια αξιώματα. Οι αμερικανίδες συνέχιζαν να γιορτάζουν την δική τους εθνική ημέρα την τελευταία Κυριακή του Φεβρουαρίου. Το 1914, η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας γιορτάστηκε στην Γερμανία στις 8 Μαρτίου – είτε επειδή ήταν Κυριακή είτε σε ανάμνηση της απεργίας του 1857 στην Νέα Υόρκη- και έκτοτε καθιερώθηκε η ημερομηνία αυτή για τον εορτασμό και υιοθετήθηκε αρκετά χρόνια αργότερα από τον ΟΗΕ.
Μετά την επικράτηση της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία (1917), η φεμινίστρια Αλεξάνδρα Κολοντάι έπεισε τον Λένιν να καθιερώσει την 8η Μαρτίου ως επίσημη αργία. Αργία μόνο για τις γυναίκες καθιερώθηκε στην Κίνα μετά την επικράτηση των κομμουνιστών του Μάο Τσε Τουνγκ. Γρήγορα, ωστόσο, η Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας έχασε το πολιτικό και διεκδικητικό της υπόβαθρο και εορτάζεται ως έκφραση συμπάθειας και αγάπης των ανδρών προς τις γυναίκες, με προσφορά λουλουδιών και δώρων. Η άνοδος του φεμινιστικού κινήματος στη Δύση τη δεκαετία του ’60 αναζωογόνησε τη Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας.
Στην Ελλάδα, το φεμινιστικό κίνημα εμφανίστηκε το 1868-1870, με τους αγώνες των γυναικών Καλλιρρόης Κεχαγιά – Παρέν και Αιμιλία Κτενά. Σημαντικοί σταθμοί στην προσπάθεια αυτή είναι το έτος 1893 και 1894, όπου γράφτηκαν στο Πανεπιστήμιο και Πολυτεχνείο της Αθήνας οι πρώτες φοιτήτριες και το 1912, που ψηφίστηκε ο νόμος «Περί εργασίας γυναικών και ανηλίκων», με το οποίο επιτράπηκε στις γυναίκες να μπορούν να αποκτήσουν την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου.
